- Ἥρην
- Ἥραninefem acc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παραβλήδην — Α επίρρ. 1. με πλάγιο, ειρωνικό ή σκωπτικό βλέμμα και, γενικά, με πλάγιο τρόπο ή με κακία («ἐπειρᾱτο... ἐρεθιζέμεν Ἥρην κερτομίοις ἐπέεσσι, παραβλήδην ἀγορεύων», Ομ. Ιλ.) 2. για αντίρρηση ή για απάντηση 3. παράλληλα 4. με παραβολές. [ΕΤΥΜΟΛ. < … Dictionary of Greek